Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2016

Άγιοι Εννέα Μάρτυρες της Κολά εν Γεωργία

Το μαρτύριο των εννέα παιδομαρτύρων έγινε τον 6ο αιώνα μ.Χ.στη Γεωργία.
Σε ένα μεγάλο χωριό της νοτιοδυτικής Γεωργίας, στην πεδιάδα Κολά, όπου βρίσκονται οι πηγές του ποταμού Κύρου, ζούσαν ελάχιστοι Χριστιανοί. 

Οι περισσότεροι κάτοικοι ήταν ακόμη ειδωλολάτρες. Τα παιδιά των Χριστιανών έπαιζαν με τα παιδιά των ειδωλολατρών και μόλις ο ιερεύς κτυπούσε την καμπάνα για τον Εσπερινό, άφηναν το παιχνίδι και έτρεχαν στην Εκκλησία. 
Τα ακολουθούσαν όμως πάντοτε εννέα από τα παιδιά των ειδωλολατρών: ο Γουαράμ, 
ο Αταρνέρσε, ο Μπακάρ, ο Βάτσε, ο Μπατζίμι, ο Τάτσι, ο Τζουανσέρι, ο Ραμάζι και 
ο Παρσμάν. Μα σαν έφθασαν στην πύλη του ναού, οι Χριστιανοί δεν επέτρεπαν σε αυτά να εισέλθουν στο ναό. Αυτό έγινε αρκετές φορές.
 Τα παιδιά επέμεναν και αποφάσισαν να βαπτισθούν Χριστιανοί.
Ο ιερεύς του χωριού, ένας σεβάσμιος και άγιος λευΐτης, τα κατήχησε και τα δίδαξε τις ευαγγελικές εντολές. Δεν τολμούσε όμως να τα βαπτίσει την ημέρα, διότι φοβόταν τους ειδωλολάτρες. Μια νύχτα, λοιπόν, τα πήρε μαζί του και τα οδήγησε στον ποταμό. 

Πολλοί Χριστιανοί τον ακολούθησαν. Την εποχή εκείνη το ποτάμι ήταν παγωμένο.
 Μα μόλις τα παιδιά μπήκαν μέσα, για να βαπτισθούν, το νερό, με τη δύναμη του Θεού, έγινε ζεστό. 
Το εξαίσιο αυτό θαύμα το ακολούθησε ένα άλλο θαυμαστό γεγονός: Άγγελοι από τον ουρανό κατέβηκαν και να ένδυσαν με λευκούς χιτώνες.
Την επόμενη ημέρα οι ειδωλολάτρες γονείς αναζήτησαν τα παιδιά τους. 

Τα βρήκαν στα σπίτια των Χριστιανών και πληροφορήθηκαν τι είχε συμβεί. 
Έγιναν έξαλλοι και οργίσθηκαν. 
Άρχισαν να τα κτυπούν και να προσπαθούν να τα πείσουν να αρνηθούν τον Χριστό. 
Εκείνα όμως ομολογούσαν με αθωότητα και ανδρεία την πίστη τους στον Κύριο.
Έτσι αποφάσισαν να τα φονεύσουν, προς παραδειγματισμό και των υπολοίπων συγχωριανών τους. 

Με επικεφαλής τον ηγεμόνα πήγαν κοντά στον ποταμό και έσκαψαν ένα βαθύ λάκκο, όπου έριξαν μέσα τους μικρούς Αγίους. Ήσαν όλοι από επτά μέχρι εννέα χρόνων.
Εορτάζουν στις 22 Φεβρουαρίου εκάστου έτους.
Άγιος Αρίστων ο θαυματουργός, επίσκοπος Αρσινόης Κύπρου 

Ο Άγιος Αρίστων έζησε στην Κύπρο κατά τα τέλη του 4ου και αρχές του 5ου αιώνα μ.Χ. Κατά την εποχή εκείνη στην επαρχία της Πάφου υπήρχαν δύο Επίσκοποι. Ένας στην περιοχή της Πάφου με έδρα τη Νέα Πάφο και άλλος στην περιοχή της Αρσινόης με έδρα την Αρσινόη, εκεί που βρίσκεται η πόλη Χρυσοχούς. 
Σύμφωνα με τα όσα αναφέρει ο Άγιος Νεόφυτος ο Έγκλειστος, ο Άγιος Αρίστων είναι ο δεύτερος κατά σειράν Επίσκοπος Αρσινόης. Πρώτος αναφέρεται κάποιος Νικόλαος. Ακολουθεί αυτός και ύστερα οι Άγιοι Νίκων και Αρκάδιος
Και οι τρεις αυτοί Άγιοι, Αρίστων, Νίκων και Αρκάδιος, θεωρούνται κατά τον Όσιο Νεόφυτο ισάξιοι των τριών μεγάλων Πατέρων και Ιεραρχών της Εκκλησίας μας, του Μεγάλου Βασιλείου, του Γρηγορίου του Θεολόγου και του Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
Ο Άγιος Αρίστων καταγόταν από ευσεβείς γονείς, οι οποίοι εφρόντισαν για την κατά Θεόν παιδεία και ανατροφή του υιού τους. Η αρετή και η κατά Χριστόν πολιτεία ήταν ο σκοπός της ζωής του Αγίου Αρίστωνος. Η ολοκληρωτική αυτοπαράδοσή του στον Κύριο τον εβοήθησε να αποκτήσει την αρετή της πραότητος και την βασιλίδα των αρετών, την ταπείνωση, και από αυτή την αγιότητα. Με έργα και λόγια έγινε φλογερός διδάσκαλος της ευσέβειας και της ορθοδόξου πίστεως, προστάτης των ορφανών, παρήγορος άγγελος των πτωχών και ασθενούντων, πατέρας στοργικός για όλους. Ο λόγος της Παλαιάς Διαθήκης «ὅσῳ μέγας εἶ, τοσούτῳ ταπεινοῦ σεαυτόν, καί ἔναντι Κυρίου εὑρήσεις χάριν», βρήκε την εφαρμογή του στο πρόσωπο του Αγίου. Ο Άγιος Θεός τον αξίωσε και του χαρίσματος της θαυματουργίας. Η γραφίδα του Οσίου Νεοφύτου γράφει για τον Άγιο Αρίστωνα ότι ήταν «κατά δαιμόνων ἄριστος ἀριστεύς».
Ο Άγιος Αρίστων εκοιμήθηκε με ειρήνη.

Εορτάζει στις 22 Φεβρουαρίου εκάστου έτους.

Ἀπολυτίκιον
Τῆς ποίμνης σου ἄριστα ἱεραρχήσας, σοφέ, φωτὶ κατελάμπρυνας ταύτην Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, Ἀρίστων μακάριε· ὅθεν καὶ τὴν ψυχήν σου, θεῖοι ἄγγελοι ἦραν, ἶνα τὸ στέφος λαβῆς, ὡς πιστὸς οἰκονόμος, πρεσβεύων ἀκαταπαύστως ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.

Μνήμη των εν τοις Ευγενίου ευρεθέντων Μαρτύρων

Όταν ο αγιότατος Πατριάρχης Θωμάς  ήταν στο θρόνο της Κωνσταντινούπολης (607 - 610 μ.Χ.), βρέθηκαν τα τίμια λείψανα μερικών αγίων μαρτύρων, κρυμμένα κάτω από τη γη. Αμέσως έγινε ή ανακομιδή τους με ευλάβεια και σεβασμό, και με συνοδεία πολύ λάου. Κατά τη διάρκεια της ανακομιδής, πολλές και διάφορες ασθένειες θεραπεύτηκαν.Αφού δε πέρασαν πολλά χρόνια, ο Θεός αποκάλυψε σ' ένα άνθρωπο κληρικό και καλλιγράφο, το Νικόλαο, ότι στον ίδιο τόπο εκείνο τον καλούμενο Ευγενίου, βρίσκονται κρυμμένα και τα άγια λείψανα των Αποστόλων Ανδρόνικου και Ιουνίας, τους οποίους αναφέρει ο Απόστολος Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή του, ως έξης: «Ἀσπάσασθε Ἀνδρόνικον καὶ Ἰουνίαν τους συγγενεῖς μου καὶ συναιχμαλώτους μου, οἵτινές εἰσιν ἐπίσημοι ἐν τοῖς ἀποστόλοις, οἱ καὶ πρὸ ἐμοῦ γεγόνασιν ἐν Χριστῷ».
Εορτάζουν στις 22 Φεβρουαρίου εκάστου έτους.

Ἀπολυτίκιον
  
Ὡς ῥόδα νοητὰ καὶ χαρίτων ταμεῖα ἐφάνησαν ἐκ γῆς τὰ σεπτά. Ὕμνων σκηνή, πανένδοξοι μάρτυρες, Ἐκκλησίας ἑδραίωμα διαπνέοντα, τῶν ἰαμάτων τὴν χάριν καὶ παρέχοντα ὀσμὴν ζωῆς τοῖς ἐκ πόθου ὑμᾶς μακαρίζουσι.

Κυριακή 21 Φεβρουαρίου 2016


Όσιος Τιμόθεος ὁ ἐν Συμβόλοις

Ο Όσιος Τιμόθεος ήταν μοναχός πνευματέμφορος, με μεγάλη καθαρότητα ζωής από νεαρή ηλικία, ξένος προς τους μολυσμούς της ψυχής και του σώματος.
 Επίσης, ήταν χαρακτήρας ευθύς, ειλικρινής, συμπαθητικός, ελεύθερος. 
Χωρίς φανατισμούς, χωρίς καυχήσεις ότι νήστευε, χωρίς αλαζονείες ότι έκανε αγρυπνίες και εγκράτεια. Γεμάτος απλότητα, ταπεινοφροσύνη, επιείκεια και συγκατάβαση. 
Έκρινε τον εαυτό του με αυστηρότητα και τους άλλους με αγαθότητα. 
Γι' αυτό και ο Θεός του έδωσε το χάρισμα να ιατρεύει ασθένειες, χωρίς βέβαια να υπερηφανεύεται γι' αυτό.
Η αναφορά των Συναξαριστών στη διατύπωση «ἐν τοὶς Συμβόλοις» ίσως φανερώνει τον τόπο του ενταφιασμού του ιερού λειψάνου αυτού.
Ο Όσιος Τιμόθεος κοιμήθηκε με ειρήνη σε βαθύ γήρας.

Εορτάζει στις 21 Φεβρουαρίου εκάστου έτους.

Ἀπολυτίκιον
Φερωνύμως τιμήσας Θεὸν Τιμόθεε, διὰ ζωῆς ἐνάρετου ἀπὸ παιδὸς ὡς σοφός, ἐτιμήθης παρ' αὐτοῦ ἀξίως Ὅσιε τῶν γὰρ ἐνθέων δωρεῶν, σκεῦος ὤφθης ἱερόν, παρέχων ἐνὶ ἐκάστω, πολυτελεῖς χορηγίας, πρὸς σωτηρίαν τῶν ψυχῶν ἠμῶν. 
Τελώνου και Φαρισαίου (Αρχή Τριωδίου)

Τριώδιο
Τριώδιο ονομάζεται το Λειτουργικό Βιβλίο της Εκκλησίας μας το οποίο περιλαμβάνει τους Ύμνους των Κυριακών, απο την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου μέχρι και το Μεγάλο Σάββατο πρίν την Τελετή της Αναστάσεως. Ονομάζεται έτσι διότι οι περισσότεροι Κανόνες του Όρθρου (πρωινή Ακολουθία) περιέχουν τρείς Ωδές ενώ συνήθως περιέχουν εννέα Ωδές - την 8η και την 9η πάντοτε, ύστερα δε διαδοχικά μία από τις πέντε πρώτες.
Το Τριώδιο τοποθετείται στα Αναλόγια των Ναών μας στον Εσπερινό του Σαββάτου της Κυριακής του Τελώνου και του Φαρισαίου αφού πρώτα ο Πρωτοψάλτης το παραλάβει απο την Εικόνα του Χριστού και το ασπασθεί. Έτσι ανοίγει το Τριώδιο, περίοδος η οποία διαιρείται σε τρείς μικρότερες, δηλ. Κυριακή Τελώνου και Φαρισαίου μέχρι Κυριακή της Τυροφάγου, Καθαρά Δευτέρα μέχρι το Σάββατο Του Λαζάρου και Κυριακή των Βαίων το βράδυ μέχρι το Μεγάλο Σάββατο πρίν την Ανάσταση. Παλαιότερα στην περίοδο του τριωδίου συμπεριλαμβάνονταν και η περίοδος από την Κυριακή του Πάσχα μέχρι την Κυριακή των αγίων πάντων. Αργότερα όμως οι ιερές ακολουθίες της περιόδου αυτής περιελήφθησαν σε ιδιαίτερο λειτουργικό βιβλίο το «Πεντηκοστάριο».
Για την διαμόρφωση του Τριωδίου, όπως το έχει στη χρήση της σήμερα η εκκλησία μας, έπαιξαν ρόλο όλες οι χριστιανικές γενεές από τον 5ο μέχρι τον 15ο αιώνα μ.Χ. (Το πρώτο έντυπο του Τριωδίου εξεδόθη το 1522 μ.Χ. στην Βενετία). Το γεγονός αυτό αποδεικνύεται από τις ασματικές ακολουθίες των εορτών του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά (Β' Κυριακή των Νηστειών), του Οσίου Ιωάννου της Κλίμακος (Δ' Κυριακή των Νηστειών), κ.α. Αποδεικνύεται επίσης από την εισαγωγή του επιτάφιου θρήνου, εγκωμίων, δηλαδή που ψάλλονται στον Επιτάφιο, και από την εισαγωγή των συναξαρίων του Νικηφόρου Καλλίστου του Ξανθόπουλου. Στην διαμόρφωση των ασματικού κύκλου του τριωδίου συνέβαλαν επίσης και διάσημοι υμνογράφοι και μελωδοί της εκκλησίας μας, όπως ο Ρωμανός ο Μελωδός, και ο Ιωάννης Δαμασκηνός.
Το τριώδιο περισσότερο από όλα τα εκκλησιαστικά βιβλία που περιέχουν ιερές ακολουθίες οδηγεί τις ψυχές των πιστών τέκνων της ορθοδόξου εκκλησίας στην περισυλλογή και στην κατάνυξη. 

Για τον λόγο αυτό ονομάζεται και κατανυκτικό τριώδιο. Με τον κύκλο των εορτών του τριωδίου ανανεώνονται τα βιώματα της νηστείας, της εγκράτειας, της μετάνοιας, και της χαρμολύπης.

Οι Κυριακές του Τριωδίου είναι οι εξής:

1. Τελώνου και Φαρισαίου
2. Ασώτου
3. Απόκρεω
4. Τυροφάγου

Η πρώτη εβδομάδα, που τελειώνει την Κυριακή του Ασώτου, λέγεται και Προφωνή ή Προφωνέσιμη, επειδή παλιά προφωνούσαν, δηλαδή διαλαλούσαν ότι άρχιζαν οι αποκριές. Η εβδομάδα αυτή λέγεται και αμόλυτη ή απόλυτη, επειδή τότε οι ψυχές των πεθαμένων βγαίνουν στον Πάνω Κόσμο.
Η δεύτερη εβδομάδα λέγεται Κρεατινή ή της Κρεοφάγου ή Ολόκριγια, επειδή έτρωγαν κρέας και δεν νηστεύουν Τετάρτη και Παρασκευή. Η Κυριακή της εβδομάδας αυτής, η Κυριακή της Απόκρεω, ονομάστηκε έτσι γιατί ήταν η τελευταία μέρα της κρεοφαγίας (από + κρέας) όλης της περιόδου του Τριωδίου.
Η τρίτη εβδομάδα λέγεται Τυρινή ή της Τυροφάγου, επειδή έτρωγαν γαλακτοκομικά προϊόντα. 

Από τη Δευτέρα, μια εβδομάδα πριν την Καθαρή Δευτέρα, άρχιζε η αποχή από το κρέας και επιβαλλόταν η χρήση τυριού και γαλακτερών σαν ενδιάμεση άσκηση μεταξύ κρεοφαγίας και νηστείας.

Τελώνη και του ΦαρισαίουΗ πρώτη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στην διδακτική παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου, την οποία ο Κύριος διηγήθηκε, προκειμένου να διδάξει την αρετή της ταπεινώσεως και να στηλιτεύσει την έπαρση.
Ο ευαγγελιστής Λουκάς, με τρόπο λιτό, αλλά σαφέστατο, διέσωσε την παραβολή αυτή ως εξής:
«Εἶπε δὲ καὶ πρός τινας τοὺς πεποιθότας ἐφ᾿ ἑαυτοῖς ὅτι εἰσὶ δίκαιοι, καὶ ἐξουθενοῦντας τοὺς λοιπούς, τὴν παραβολὴν ταύτην· ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι, ὁ εἷς Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης. ὁ Φαρισαῖος σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο· ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης· νηστεύω δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι. Καὶ ὁ τελώνης μακρόθεν ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανὸν ἐπᾶραι, ἀλλ᾿ ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ λέγων· ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ. Λέγω ὑμῖν, κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος· ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται». (Λουκ.18,10-14).
Η τάξη των Φαρισαίων εκπροσωπούσε την υποκρισία και την εγωιστική αυτάρκεια και έπαρση. Τα μέλη της απόλυτα αποκομμένα από την υπόλοιπη ιουδαϊκή κοινωνία, αποτελούσαν, λαθεμένα, το μέτρο σύγκρισης της ευσέβειας και της ηθικής για τους Ιουδαίους. Αντίθετα οι τελώνες ήταν η προσωποποίηση της αδικίας και της αμαρτωλότητας . Ως φοροεισπράκτορες των κατακτητών Ρωμαίων διέπρατταν αδικίες, κλοπές, εκβιασμούς, τοκογλυφίες και άλλες ειδεχθείς ανομίες και γι' αυτό τους μισούσε δικαιολογημένα ο λαός. 

Δύο αντίθετοι τύποι της κοινωνίας, οι οποίοι εκπροσωπούσαν τις δύο αυτές τάξεις, ανέβηκαν στο ναό να προσευχηθούν. Ο πρώτος ο νομιζόμενος ευσεβής, έχοντας την αυτάρκεια της δήθεν ευσέβειάς του ως δεδομένη, στάθηκε με έπαρση μπροστά στο Θεό και άρχισε να απαριθμεί τις αρετές του, οι οποίες ήταν πραγματικές. Τις εξέθετε προκλητικότατα εις τρόπον ώστε απαιτούσε από το Θεό να τον επιβραβεύσει γι' αυτές. Για να εξαναγκάσει το Θεό έκανε και αήθη σύγκρισή του με άλλους ανθρώπους και ιδιαίτερα με τον συμπροσευχόμενό του τελώνη.
Αντίθετα ο όντως αμαρτωλός τελώνης συναισθάνεται τη δεινή του κατάσταση και με συντριβή και ταπείνωση ζητεί το έλεος του Θεού. Αυτή η μετάνοιά του τον δικαιώνει μπροστά στο Θεό.

 Γίνεται δεκτή η προσευχή του, σε αντίθεση με τον υποκριτή Φαρισαίο, ο οποίος όχι μόνο δεν έγινε δεκτή η προσευχή του, αλλά σώρευσε στον εαυτό του περισσότερο κρίμα, εξαιτίας της εγωπάθειάς του.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας όρισαν να είναι αφιερωμένη η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου στη διδακτική αυτή παραβολή του Κυρίου για να συνειδητοποιήσουν οι πιστοί πως η υπερηφάνεια είναι η αγιάτρευτη ρίζα του κακού στον άνθρωπο, η οποία τον κρατά μακριά από την αγιαστική χάρη του Θεού και πως η ταπείνωση είναι το σωτήριο αντίδοτο της καταστροφικής πορείας, που οδηγεί τον άνθρωπο η εγωπάθεια.


Εορτάζει 70 ημέρες πριν το Άγιο Πάσχα.

Σάββατο 20 Φεβρουαρίου 2016

Με όλη σου τη δύναμη προφύλαγε τον εαυτό σου να μην πέφτεις· γιατί η πτώση δεν αρμόζει στο δυνατό αθλητή. Αν όμως συμβεί να πέσεις, πετάξου επάνω αμέσως και στάσου πάλι στον καλό αγώνα· και αν μύριες φορές πέσεις από υποχώρηση της χάρης, άλλες τόσες φορές σήκω επάνω· κι αυτό μέχρι του θανάτου σου. Γιατί είναι γραμμένο: «Αν ο δίκαιος πέσει εφτά φορές -δηλαδή διαρκώς σε όλη του τη ζωή του- άλλες τόσες θα σηκωθεί».


Άγιος Λέων ο Θαυματουργός Επίσκοπος Κατάνης

Ο Άγιος Λέων εγεννήθηκε στη Ραβέννα της Ιταλίας από γονείς ευλαβείς και ευγενείς . Αφού εσπούδασε, εχειροτονήθηκε πρεσβύτερος στη Ραβέννα και αργότερα εξελέγη για την καθαρότητα και πνευματικότητα του βίου αυτού Επίσκοπος Κατάνης της Σικελίας. Έγινε προστάτης των ορφανών και των χηρών, εδίδασκε και ενουθετούσε το ποίμνιό του και έκτισε το ναό της Αγίας Μάρτυρος Λουκίας. Ο Άγιος διακρίθηκε, επίσης, για τους αγώνες του κατά των αιρετικών, τους οποίους ενίκησε και εντρόπιασε όχι μόνο με λόγια αλλά και με κείμενα.
Ο Άγιος Θεός τον επροίκισε με το χάρισμα της θαυματουργίας. 

Και τον μάγο Ηλιόδωρο που είχε πλανέψει πολλούς με μαγείες, μετά από προσευχή τον κατέκαψε με φωτιά, επειδή εκαυχόταν ότι μπορούσε να κάνει τα πάντα και ότι δεν εφοβόταν την φωτιά. Βλέποντας οι πιστοί το θαύμα αυτό κατεπλάγησαν . Αμέσως το περιστατικό αυτό διαδόθηκε στη Βασιλεύουσα. 
Για το λόγο αυτό ο Άγιος προσκλήθηκε από τους βασιλείς Λέοντα Δ΄ (775 - 780 μ.Χ.) και Κωνσταντίνο ΣΤ΄ (780 - 798 μ.Χ.) στην Κωνσταντινούπολη, όπου αξιώθηκε πολλών τιμών.
Ο Άγιος Λέων εκοιμήθηκε με ειρήνη το 785 μ.Χ. και το σεπτό λείψανό του ενταφιάσθηκε στο ναό της Αγίας Λουκίας. 

Εορτάζει στις 20 Φεβρουαρίου εκάστου έτους.

Ἀπολυτίκιον  
Ἱερέων ἀκρότης, εὐσεβείας διδάσκαλος καὶ θαυματουργὸς ἀνεδείχθης, ἱεράρχα πανόλβιε· ἠθῶν γὰρ οὐρανίων τῷ φωτί, τοῦ Πνεύματος πλουτήσας τὴν ἰσχύν, θεραπεύεις τοὺς νοσοῦντας καὶ τὰς ψυχάς, Λέων, τῶν προσιόντων σοι. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι, δόξα, τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.


Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2016

Άγιος Νικήτας ο νέος Ιερομάρτυρας

Ο Άγιος Νικήτας καταγόταν από την Ήπειρο και έγινε Ιερομόναχος στο Άγιον Όρος, και συγκεκριμένα στη Σκήτη της Αγίας Άννας και κατόπιν στη Μονή του Αγίου Παντελεήμονα (Ρώσικη). Τον κατέλαβε ο πόθος του μαρτυρίου και γύριζε τα χωριά γύρω από τις Σέρρες και τη Δράμα, κηρύττοντας τον Χριστό σαν αληθινό Θεό και τον Μωάμεθ σαν πλάνο. Συνελήφθη από τους Τούρκους και φυλακίστηκε στις Σέρρες.
Κατόπιν υποβλήθηκε σε φρικτά βασανιστήρια, όπως όσφρηση φωτιάς από τη μύτη, ακάνθινο στεφάνι στο κεφάλι, καλαμένιες ακίδες στα νύχια του και κάψιμο στα απόκρυφα μέλη του. 
Ο Νικήτας όμως, με θαυμαστή σταθερότητα, συνεχώς ομολογούσε την πίστη του στο Χριστό.
 Τελικά, στις 19 Φεβρουαρίου 1806 μ.Χ. τον κρέμασαν και έτσι δέχτηκε το στεφάνι της αφθαρσίας.
Εορτάζει στις 19 Φεβρουαρίου εκάστου έτους.


Αγία Φιλοθέη η Αθηναία

Η Αγία Φιλοθέη γεννήθηκε το έτος 1522 μ.Χ. στην τουρκοκρατούμενη τότε Αθήνα. Οι ευσεβείς γονείς της ονομάζονταν Άγγελος και Συρίγα Μπενιζέλου.
 Η μητέρα της ήταν στείρα και απέκτησε την Αγία μετά από θερμή και συνεχή προσευχή.
Ο Κύριος που ικανοποιεί το θέλημα εκείνων που Τον σέβονται και Τον αγαπούν, άκουσε την δέησή της.

 Και πράγματι, μια ημέρα η Συρίγα μπήκε κατά την συνήθειά της στο ναό της Θεοτόκου για να προσευχηθεί και από τον κόπο της έντονης και επίμονης προσευχής την πήρε για λίγο ο ύπνος. Τότε ακριβώς είδε ένα θαυμαστό όραμα. Ένα φως ισχυρό και λαμπρό βγήκε από την εικόνα της Θεομήτορος και εισήλθε στην κοιλιά της. Έτσι ξύπνησε αμέσως και έκρινε ότι το όραμα αυτό σήμαινε στην ικανοποίηση του αιτήματός της. Έτσι κι έγινε. 
Ύστερα από λίγο καιρό η Συρίγα έμεινε έγκυος και έφερε στον κόσμο τη μονάκριβη θυγατέρα της.
Μαζί με την Χριστιανική ανατροφή, έδωσαν στην μοναχοκόρη τους και κάθε δυνατή, για την εποχή εκείνη, μόρφωση. Έτσι η Ρηγούλα (ή Ρεβούλα, δηλαδή Παρασκευούλα), αυτό ήταν το όνομά της προτού γίνει μοναχή, όσο αύξανε κατά την σωματική ηλικία, τόσο προέκοπτε και κατά την ψυχή, όπως λέει το συναξάρι της.
Σε ηλικία 14 χρονών, οι γονείς της την πάντρεψαν, παρά την θέλησή της, με έναν από τους άρχοντες της Αθήνας. Αργότερα, αφού πέθαναν οι γονείς και ο σύζυγός της, ήρθε η ώρα να πραγματοποιήσει ένα μεγάλο πόθο της. Αφιερώνεται εξ ολοκλήρου στον Χριστό, γίνεται μοναχή και παίρνει το όνομα Φιλοθέη.
Κατ' αρχήν, ύστερα από εντολή του Αγίου Ανδρέα του Πρωτόκλητου, τον οποίο είδε σε όραμα, οικοδόμησε ένα γυναικείο μοναστήρι με αρκετά κελιά, στο οποίο και έδωσε το όνομα του Αγίου για να τον τιμήσει.

 Στο μοναστήρι πρόσθεσε και άλλα αναγκαία οικοδομήματα και εκτάσεις και το προικοδότησε με μετόχια και υποστατικά, που υπερεπαρκούσαν για τη διατροφή και συντήρηση των μοναζουσών.
Το μοναστήρι αυτό του Αγίου Ανδρέα σωζόταν στην Αθήνα, με τη Χάρη του Θεού, επί πολλά έτη μετά την κοίμηση της Αγίας και ήταν πλουτισμένο, όχι μόνο με υποστατικά και διάφορα μετόχια, αλλά και με πολυειδή χρυσοΰφαντα ιερατικά άμφια και σκεύη, απαραίτητα για τις ετήσιες ιερές τελετές και αγρυπνίες. Προπαντός όμως το μοναστήρι σεμνυνόταν και εγκαλλωπιζόταν με το θησαυρό του τιμίου και αγίου λειψάνου της Αγίας, το οποίο ήταν αποθησαυρισμένο και αποτεθειμένο στο δεξιό μέρος του Ιερού Βήματος, όπου και το ασπάζονταν με ευλάβεια όλοι οι Χριστιανοί. Το τίμιο λείψανο της Αγίας σκορπούσε ευωδία, γεγονός που αποτελούσε εμφανή μαρτυρία και απόδειξη της αγιότητας αυτής.
Το παράδειγμά της, λοιπόν, να αφιερωθεί στον Χριστό, το ακολουθούν και άλλες νέες. 

Σε λίγο διάστημα, η μονή έφθασε να έχει διακόσιες αδελφές. 
Η μονή της Οσίας Φιλοθέης γίνεται πραγματικό λιμάνι. Εκεί βρίσκουν προστασία όλοι οι ταλαιπωρημένοι από την σκλαβιά. 
Εκεί οι άρρωστοι βρίσκουν θεραπεία, οι πεινασμένοι τροφή, οι γέροντες στήριγμα και τα ορφανά στοργή.
Η Οσία, παρά τις αντιδράσεις των Τούρκων, οικοδομεί διάφορα φιλανθρωπικά ιδρύματα, νοσηλευτήρια, ορφανοτροφεία, «σχολεῖα διὰ τοὺς παίδας τῶν Ἀθηναίων, διὰ ν’ ἀνοίξη τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτῶν πρὸς τὴν παράδοσιν καὶ τὴν δόξαν τῶν προγόνων των». Πρωτοστατεί σε όλα αυτά τα έργα η ηγουμένη Φιλοθέη. Διδάσκει με τα λόγια και με τη ζωή της. Στηρίζει τους πονεμένους σκλάβους με την προσευχή της. Ιδιαίτερες είναι οι φροντίδες της για να σώσει από τον εξισλαμισμό ή την αρπαγή των Τούρκων τις νέες Ελληνίδες. 

Το έργο της, κατά βάση εθνικό και θρησκευτικό, ξεπέρασε τα όρια της Αθήνας και έγινε γνωστό σε όλη την Ελλάδα. Αδιαφιλονίκητη ιστορική επιβεβαίωση για το έργο αυτό παρέχει η αλληλογραφία της Φιλοθέης με τη Γερουσία της Βενετίας (1583 μ.Χ.), από την οποία ζητούσε οικονομική βοήθεια.
Η ασημένια
λειψανοθήκη της
 Αγίας Φιλοθέης
(Μητροπολιτικός Ναός - Αθήνα)

Η όλη όμως δράση της Αγίας Φιλοθέης εξαγρίωσε κάποτε τους Τούρκους. 

Κάποια στιγμή την συλλαμβάνουν και εκείνη με πνευματική ανδρεία ομολογεί: «Εγώ διψώ να υπομείνω διάφορα είδη βασανιστηρίων για το όνομα του Χριστού, τον οποίο λατρεύω και προσκυνώ με όλη μου την ψυχή και την καρδιά, ως Θεό αληθινό και άνθρωπο τέλειο και θα σας χρωστάω μεγάλη ευγνωμοσύνη αν μπορείτε μια ώρα πρωτύτερα να με στείλετε προς Αυτόν με το στεφάνι του μαρτυρίου». 
Ύστερα από την ηρωική αυτή απάντηση προς τους κατακτητές, όλοι πίστευαν ότι η πανευτυχής και φερώνυμη Φιλοθέη εντός ολίγου θα ετελειούτο διά του μαρτυρικού θανάτου. 
Όμως, κατά θεία βούληση, την τελευταία σχεδόν στιγμή πρόφθασαν κάποιοι Χριστιανοί και καταπράυναν τον ηγεμόνα με διάφορους τρόπους. 
Έτσι πέτυχαν να ελευθερώσουν την Αγία.
Αφεθείσα πλέον ελεύθερη, η Αγία Φιλοθέη, επέστρεψε αναίμακτη στο μοναστήρι της, όπως επί Μεγάλου Κωνσταντίνου ο μυροβλύτης Νικόλαος και πολλούς αιώνες αργότερα ο Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. 

Φρόντιζε δε, όχι μόνο για τη σωτηρία της δικής της ψυχής αλλά και των άλλων, αφού τους μεν ενάρετους τους στερέωνε στην αρετή, τους δε αμαρτωλούς τους βελτίωνε ηθικά και τους οδηγούσε στη μετάνοια. Και αποκλειστικά για το σκοπό αυτό πέρασε στη νήσο Τζια (Κέα), όπου προ πολλού είχε οικοδομήσει μετόχι, για να αποστέλλει εκεί τις μοναχές εκείνες που φοβούνταν για διαφόρους λόγους να διαμένουν στην Αθήνα. Στην Τζια έμεινε αρκετό χρόνο και κατήχησε θεαρέστως τις ασκούμενες αδελφές στην ακριβή τήρηση των κανόνων της μοναστικής ζωής. Μόλις τελείωσε το έργο της εκεί, επέστρεψε και πάλι στην Αθήνα.
Έτσι λοιπόν, η Αγία Φιλοθέη, αφού έφθασε στην τελειότητα και στην πράξη και στην θεωρία, αξιώθηκε από τον Θεό να επιτελεί θαύματα, από τα οποία, προς απόδειξη του θαυματουργικού της χαρίσματος, θα μνημονεύσουμε ένα μόνο, το ακόλουθο: Ζούσε στην εποχή της ένας νέος, ποιμένας προβάτων, ο οποίος από πολύ μικρός είχε συνηθίσει στις κλεψιές και στις ραδιουργίες. Ο νέος αυτός, κατά παραχώρηση του Θεού, κυριεύθηκε από τον Σατανά. Εξ αιτίας τούτου περιφερόταν στα βουνά και στις σπηλιές γυμνός και τετραχηλισμένος, θέαμα όντως ελεεινό. Πολλές φορές, όταν συνερχόταν από την τρέλα, στην οποία τον είχε οδηγήσει ο Σατανάς, σύχναζε στα γύρω μοναστήρια για να βρει θεραπεία στην ασθένειά του. 

Δεν μπορούσε όμως να πετύχει τίποτε. Κάποιοι, που τον ευσπλαγχνίστηκαν, τον οδήγησαν στην Αγία Φιλοθέη η οποία, ύστερα από πολύ και εκτενή προσευχή τον λύτρωσε από εκείνη τη διαβολική μάστιγα. Έπειτα, αφού το νουθέτησε αρκετά, τον εισήγαγε και στην τάξη των μοναχών. Και έτσι ο νέος εκείνος, αφού εκάρη μοναχός, πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του με μετάνοια και άσκηση, θαυμαζόμενος απ' όλους.
Μάταια οι Τούρκοι προσπαθούν να ανακόψουν την δράση της. Ώσπου μια νύχτα, στις 2 Οκτωβρίου του έτους 1588 μ.Χ., πήγαν στο μονύδριο που είχαν οικοδομήσει στα Πατήσια (έτυχε τότε να εορτάζεται η μνήμη του αγίου ιερομάρτυρος Διονυσίου του Αρεοπαγίτου και η Αγία μαζί με τις άλλες αδελφές βρίσκονταν στον ιερό ναό επιτελώντας ολονύκτια αγρυπνία) και πέντε από αυτούς ανέβηκαν στον εξωτερικό τοίχο και πήδησαν μέσα στην αυλή. Στην συνέχεια εισέβαλαν στο ναό, όπου άρπαξαν την Αγία και την μαστίγωσαν με μανία και βαναυσότητα και την εγκαταλείπουν ημιθανή έξω από τη μονή της.
Έξω από το ναό, στα δεξιά της εισόδου του, σώζεται η κολώνα, όπου η Φιλοθέη δέθηκε και μαστιγώθηκε. Οι μοναχές της την μετέφεραν στην κρύπτη της στην Καλογρέζα. Εκεί η Φιλοθέη υποκύπτει στα τραύματά της στις 19 Φεβρουαρίου 1589 μ.Χ.
Είκοσι ημέρες μετά από την κοίμηση της Αγίας, ο τάφος της ευωδίαζε. 

Ακόμη, όταν μετά από ένα έτος έγινε η ανακομιδή, το τίμιο λείψανό της βρέθηκε σώο και ακέραιο. Επιπλέον ήταν γεμάτο με ευωδιαστό μύρο, τρανή και λαμπρή απόδειξη της θεάρεστης και ενάρετης πολιτείας της, προς δόξα και αίνο του Θεού και καύχημα της πίστεώς μας. Το ιερό λείψανό της βρίσκεται σήμερα στον Μητροπολιτικό Ναό των Αθηνών. Στο μνήμα της απάνω βρεθήκανε γραμμένα τούτα τα λόγια: «Φιλοθέης υπό σήμα τόδ' αγνής κεύθει σώμα, ψυχήν δ' εν μακάρων θήκετο Yψιμέδων».
H Φιλοθέη ανακηρύχθηκε αγία επί Oικουμενικού Πατριάρχου Mατθαίου B΄ (1595 - 1600 μ.Χ.). 

Ο Nεόφυτος ο μητροπολίτης Aθηνών, αφού εξήτασε και ερεύνησε τα κατά τον βίον και το μαρτύριον της οσίας, σύνταξε αναφορά στο Πατριαρχείο μαζί με τους επισκόπους Kορίνθου και Θηβών και με τους προκρίτους της Aθήνας για να τάξει την οσία Φιλοθέη στους χορούς των αγίων. 
Σ' αυτό το συνοδικό έγγραφο είναι γραμμένα και τούτα: «Eπειδή εδηλώθη ασφαλώς ότι το θειότατον σώμα της οσιωτάτης Φιλοθέης ευωδίας πεπληρωμένον εστί και μύρον διηνεκώς εκχείται, αλλά και τοις προσιούσι τε ασθενέσι τε και θεραπείας δεομένοις την ίασιν δίδωσι... τούτου χάριν έδοξε ημίν τε και πάση τη ιερά Συνόδω των καθευρεθέντων ενταύθα αρχιερέων συγγραφήναι και ταύτην εν τω χορώ των οσίων και αγίων γυναικών, ώστε κατ' έτος τιμάσθαι και πανηγυρίζεσθαι». Tην Aκολουθία της την έγραψε κάποιος σοφός και ευλαβής άνθρωπος που ονομαζόταν Iέραξ. Aνάμεσα στα ωραία εγκώμια είναι και τούτο: «Δαυΐδ γαρ το πράον έσχες και Σολομώντος, σεμνή, την σοφίαν, Σαμψών την ανδρείαν, και Aβραάμ το φιλόξενον, υπομονήν τε Iώβ, του Προδρόμου δε θείαν άσκησιν...».
Εορτάζει στις 19 Φεβρουαρίου εκάστου έτους.

Ἀπολυτίκιον
Ὅσιων τὴν ἔλλαμψιν, εἰσδεδεγμένη σεμνή, τὴν πάλιν ἐφαίδρυνας, τῶν Ἀθηναίων τὴ σῆ, ἀσκήσει καὶ χάριτι, σὺ γὰρ ἐν εὐποιίαις, διαλάμπουσα Μῆτερ, ἤθλησας δι' ἀγάπην, εὐσεβῶς τοῦ πλησίον διὸ σὲ ὢ Φιλοθέη, Χριστὸς ἐδόξασε.

Πέμπτη 18 Φεβρουαρίου 2016


Η καλοσύνη μαλακώνει και ανοίγει την καρδιά, σαν το λάδι τη σκουριασμένη κλειδαριά.


Άγιος Λέων Πάπας Ρώμης

O Άγιος Λέων υπήρξε από τούς μεγαλύτερους υπερασπιστές και προμάχους της ορθόδοξης πίστης. Έζησε στο χρόνια του αυτοκράτορα Μαρκιανού και Πουλχερίας. Διακρινόταν για την μεγάλη θεολογική του κατάρτιση, το ήθος του χαρακτήρα του, την αγνότητα του βίου του.
 Διετέλεσε επίσκοπος της πρεσβυτέρας Ρώμης.
Σημαντικότατη ήταν η συμβολή του στις εργασίες της Δ' Οικουμενικής Συνόδου, όταν απέστειλε τέσσερις αντιπροσώπους, ως και επιστολή στην οποία με πλήρη ακρίβεια και βάσεις της αποστολικής παραδόσεως, καθόριζε τις δύο φύσεις του Χριστού, η οποία βοήθησε στη διεξαγωγή των συζητήσεων ως και στη συγγραφή των τελικών όρων της Συνόδου (για την ακρίβεια η επιστολή του Αγίου Λέοντος είχε σταλεί τρία χρόνια πριν στον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φλαβιανό και ανεγνώσθη στη Σύνοδο. 

Είναι δε γνωστή ως «Τόμος τοῦ Λέοντος»).
Παράλληλα υπήρξε και συγγραφεύς πολυγραφότατος. Σήμερα, σώζονται αρκετές επιστολές, γραμμένες με πλήρη γλαφυρότητα αλλά και δύναμη λόγου.
Εκοιμήθη οσιακά σε βαθύτατο γήρας στις 10 Νοεμβρίου 460 μ.Χ. και η Σύναξή του ετελείτο στη Μεγάλη Εκκλησία.
Υπάρχει όμως και μια άλλη εκδοχή της βιογραφίας του, αυτή του Σ. Ευστρατιάδη. Σύμφωνα με αυτήν, ο Άγιος Λέων γεννήθηκε στην Ρώμη στα τέλη του 4ου μ.Χ. αιώνα. Διετέλεσε διάκονος των Πάπων Καλλίστου και Σήξτου πριν ανεβεί στον θρόνο την 29η Σεπτεμβρίου του 440 μ.Χ. Υπήρξε από τους απολυταρχικότερους Πάπες και υποστήριξε με πείσμα το παπικό πρωτείο. 

Την αγιοκατάταξη του την οφείλει στην επιστολή που έστειλε στην Δ' Οικουμενική Σύνοδο εναντίον των Μονοθελητών και Μονοφυσιτών και η οποία έχει δεκτή με ενθουσιασμό από τους παρευρεθέντες πατέρες. 
Κοιμήθηκε στις 10 Νοεμβρίου του 460 μ.Χ. 
Εορτάζει στις 18 Φεβρουαρίου εκάστου έτους.


Ἀπολυτίκιον  
Θείας πίστεως, ὀρθοδοξία, ὑπεστήριξας, τὴν Ἐκκλησίαν, ὡς πολύφωνον τοῦ πνεύματος ὄργανον ἐκ γὰρ Δυσμῶν ἀναλάμψας ὡς ἥλιος, αἱρετικῶν τὴν ἀπάτην ἐμείωσας, Λέων Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.




Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2016

Όσιος Θεόδωρος ο Σιωπηλός

Ο Όσιος Θεόδωρος έζησε κατά τον 13ο αιώνα μ.Χ. και μόνασε στη Μεγάλη Λαύρα του Κιέβου. 
Η μεγάλη άσκησή του ήταν η σιωπή, γι' αυτό και επονομάζεται «Σιωπηλός». 
Ο Θεός τον αξίωσε με το χάρισμα της θαυματουργίας.
Εορτάζει στις 17 Φεβρουαρίου εκάστου έτους.


Η ιστορία ενός μεγάλου νεομάρτυρος που εορτάζει σήμερα.
ΑΓΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ (Ο ΒΥΖΑΝΤΙΟΣ) - ΠΟΛΙΟΥΧΟΣ ΤΗΣ ΜΥΤΙΛΗΝΗΣ

Ο άγιος Θεόδωρος γεννήθηκε το έτος 1774 στο Νεοχώριο του Βυζαντίου.
 Είχε καλούς χριστιανούς γονείς, που φρόντισαν για τη χριστιανική ανατροφή των παιδιών τους, αφού μάλιστα ξέρομε θετικά ότι ο ένας αδελφός του αγίου Θεοδώρου, ο Γρηγόριος, έγινε επίσκοπος Αδριανουπόλεως.
Μικρός ο Θεόδωρος θέλησε να γίνει ζωγράφος και γι’ αυτό ήλθε σαν μαθητής κοντά σε ξακουσμένο ζωγράφο, που δούλευε στο παλάτι του σουλτάνου στην Κωνσταντινούπολη.
 Αλλά εκεί ποιος ξέρει τι πιέσεις δέχτηκε, ώστε λύγισε η ψυχική του αντοχή στην ηλικία που βρισκότανε, κι έτσι αλλαξοπίστησε. 
Δεν πέρασαν όμως πολλά χρόνια και συνήλθε. 
Κατάλαβε το βαρύ αμάρτημα, στο οποίο έπεσε. 
Αφορμή έγινε μια βαρειά επιδημία, που έπεσε στην Πόλη και τον έκαμε να σκεφθεί το θάνατο, το Θεό, την ψυχή του, την άλλη ζωή. 
Έτσι το χαμένο πρόβατο ζήτησε το δρόμο της επιστροφής. 
Δραπέτευσε από τα ανάκτορα, με ξένα ρούχα. για να μη τον γνωρίσουν, με μια στάμνα στον ώμο, με μουτζουρωμένο το πρόσωπο, βγήκε από το παλάτι, κατέβηκε στη θάλασσα, εκεί βρήκε ένα χιώτικο καράβι και ήρθε, κατά θέλημα Θεού, στη Χίο, που στάθηκε γι’ αυτόν ο τόπος της ψυχικής αναγέννησης, του πνευματικού του καταρτισμού, της μεγάλης μετανοίας του και της αποφάσεως του να δώσει και τη ζωή του για το Χριστό, που άθελα κατά την παιδική του ηλικία αρνήθηκε.
Εκεί στη Χίο, στο μοναστήρι του Αγίου Μακαρίου, διάβασε πολλά βιβλία και είδε την αγάπη, που έτρεφαν για τον Χριστό οι άγιοι, ώστε έδιναν και τη ζωή τους για το Σωτήρα τους. «Εγώ που τον αρνήθηκα, έλεγε ο άγιος Θεόδωρος, θα πρέπει χίλιες φορές να αποθάνω, για να ξεπλύνω το αμάρτημα μου με το αίμα μου». 
Και πήρε τη μεγάλη απόφαση.
Αποφάσισε να παρουσιασθεί στους Τούρκους και να δηλώσει μόνος του ότι μετανοιώνει, που έγινε μωαμεθανός και ότι είναι χριστιανός, αποφασισμένος και να αποθάνει για την πίστη του. 
Δεν παρουσιάστηκε στις τουρκικές αρχές της Χίου, για να μη ενοχοποιήσει όλους που βρίσκονταν στο μοναστήρι του Αγίου Μακαρίου. Γι’ αυτό ήρθε στη Μυτιλήνη. Τον συνόδευσε ένας μοναχός από το μοναστήρι του Αγίου Μακαρίου, που παρέμεινε στη Μυτιλήνη μέχρι που μαρτύρησε ο Άγιος. 
Αυτός ο μορφωμένος κληρικός περιέγραψε και το μαρτύριο του.
Παρουσιάστηκε, λοιπόν, ο άγιος Θεόδωρος στις τουρκικές αρχές και δήλωσε πως είχε μια πίστη που ήτανε χρυσός και του την πήρανε οι Τούρκοι και του έδωκαν μια πίστη που ήτανε μπακίρι (χαλκός). 
Και τώρα τους την δίνει πίσω, για να πάρει την πρώτη πίστη του. 
«Είμαι χριστιανός, είπε, και θα αποθάνω χριστιανός».
Στην αρχή τον νόμισαν τρελλόν.
Σύντομα όμως κατάλαβαν ότι μιλούσε σοβαρά, αποφασισμένος να αντιμετωπίσει και το θάνατο, για να κρατήσει την πίστη του. Προσπάθησαν με υποσχέσεις, και με απειλές να τον μεταπείσουν. 
Τον φυλάκισαν. Επέτρεψαν σε άγριους Τούρκους να έρχονται νύχτα μέρα στη φυλακή και να τον βασανίζουν, όπως μπορούσαν φρικτότερα. Κι εκείνος έμεινε ακλόνητος. Προσευχόταν και επέμενε στην πίστη του.
 Και ο Θεός του έδινε θάρρος και δύναμη.
Όταν είδαν ότι δεν πρόκειται να αλλάξει γνώμη ο άγιος, αποφάσισαν να τον θανατώσουν με απαγχονισμό.
 Τον κρέμασαν έξω από το φρούριο, κάπου εκεί όπου είναι σήμερα το Ε' Δημοτικό Σχολείο, ίσως και λίγο παραπάνω. Στις 17 Φεβρουαρίου του έτους 1795 παρέδωκε την ψυχή του στο Θεό, στον οποίο προσέφερε και τη ζωή του, με θάνατο φρικτό, μαρτυρικό.
Το άγιο λείψανο του έμεινε κατά διαταγή των Τούρκων τρεις ημέρες κρεμασμένο στην αγχόνη. Κατόπιν με άδεια των τουρκικών άρχων το παρέλαβαν πενήντα πρόκριτοι Μυτιληναίοι και το έθαψαν στο προαύλιο της Παναγίας Χρυσομαλλούσης. Έπειτα από τρία χρόνια, όταν θέλησαν να κάμουν την ανακομιδή των λειψάνων του, είδαν με έκπληξη και θαυμασμό ότι το σώμα είχε διατηρηθεί ακέραιο. Το παρέλαβαν τότε με πολλή ευλάβεια και το έκρυψαν στην κρύπτη του Μητροπολιτικού ναού, όπου βρισκότανε μέχρι το 1832. 
Τότε έγινε το θαύμα της διασώσεως της πόλεως από τη θανατηφόρο πανώλη. 
Από τότε, όπως γράφομε στη συνέχεια, το άγιο λείψανο βρίσκεται στη θέση, που είναι σήμερα στο Μητροπολιτικό ναό της Μυτιλήνης, σαν θησαυρός πολύτιμος, σαν φρουρός του νησιού μας.
Το έτος 1832 μάστιζε φοβερή θανατηφόρος αρρώστια, η πανώλης, τον πληθυσμό της Μυτιλήνης. 
Οι θάνατοι κάθε μέρα γινότανε και περισσότεροι. Οι κάτοικοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους και να σκορπιστούν στους γύρω λόφους ελπίζοντας ότι έτσι θα αποφύγουν τη μετάδοση της αρρώστιας. 
Και οι αρχές της πόλεως αφήκαν τα γραφεία τους στην πόλη και κατέφυγαν και αυτές στα βουνά.
 Όλα τα μέτρα όμως που έπαιρναν, ήταν ανίσχυρα να σταματήσουν την αρρώστια και το θάνατο. 
Η κυβέρνηση έστειλε συνεργεία γιατρών από την Κωνσταντινούπολη και φάρμακα, που πάλι δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα.
Αλλά ό,τι δεν κατόρθωσαν οι ανθρώπινες προσπάθειες, το έκαμε η χάρη του Θεού με τις προσευχές του άγιου Θεοδώρου.
Σ’ αυτές τις κρίσιμες μέρες και μάλιστα τη νύχτα της Παρασκευής της α΄ εβδομάδας των Νηστειών, φανερώθηκε ο άγιος στον τότε Πρωτοσύγκελλο Καλλίνικο, τον μετέπειτα Μητροπολίτη Μυτιλήνης και αργότερα Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, και του παρήγγελε να ειπεί στο Μητροπολίτη να μαζέψει τους χριστιανούς από τις εξοχές, όπου είχαν καταφύγει, να κάνουν αγρυπνία στο Μητροπολιτικό ναό και να βγάλουν και το λείψανο του από την κρύπτη του ναού. 
Ο Πρωτοσύγκελλος δεν έδωσε σημασία στο όνειρο, αλλά μετά από μια εβδομάδα, και πάλι νύκτα της Παρασκευής, βλέπει το ίδιο όνειρο ζωηρότερα, και αυστηρότερον τον άγιο. Αμέσως αυτή τη φορά έτρεξε και ανακοίνωσε στο Μητροπολίτη την εντολή του αγίου. Ο Μητροπολίτης αμέσως συνάντησε τον Τούρκο Διοικητή και του ζήτησε την αδεία να επιτρέψει να ειδοποιήσει με κάθε μέσο τους χριστιανούς, να έλθουν στο ναό και να παρακαλέσουν όλοι τον Θεό να σωθούν απ’ την αρρώστια. Οι Τούρκοι γιατροί, που ήρθαν απ’ την Κωνσταντινούπολη, αντέδρασαν. 
Δεν ήθελαν να γίνει συγκέντρωση από φόβο να μη μεταδοθεί η αρρώστια περισσότερο. 
Όμως ο Διοικητής βλέποντας ότι ο κόσμος πέθαινε, παρ’ όλα τα μέτρα που είχαν πάρει οι γιατροί, έστω και αν είχαν απομακρυνθεί από τα σπίτια τους οι κάτοικοι, έδωκε την άδεια για συγκέντρωση και αγρυπνία.
Όλοι οι χριστιανοί με πίστη και ελπίδα έτρεξαν στο ναό, που γέμισε μέσα, έξω και τους γύρω δρόμους. Έκλαψαν, παρακάλεσαν το Θεό, και ζήτησαν και τη βοήθεια του αγίου, που έμαθαν ότι φανερώθηκε με όνειρο στον Πρωτοσύγκελλο. Ξημέρωσε και προσευχότανε. Τις πρωινές ώρες ο Μητροπολίτης και ο Πρωτοσύγκελλος κατέβηκαν στην κρύπτη του ναού, έβγαλαν με ευλάβεια το λείψανο του Αγίου Θεοδώρου και έκαμαν μια σύντομη λιτανεία γύρω στο ναό.
Από εκείνη την ώρα δεν πέθανε κανείς Χριστιανός ή Τούρκος από την πανώλη. 
Η πόλη ονόμασε τον άγιο Θεόδωρο «Πολιούχο», δηλαδή προστάτη της πόλεως και του νησιού μας.
 Τούρκοι και Έλληνες με κάθε τρόπο ομολογούσαν το θαύμα και φανέρωναν την ευγνωμοσύνη τους στο Θεό και τον προστάτη άγιο.
Από τότε (1832) το σεπτό λείψανο του αγίου δεν το ξανάβαλαν στην κρύπτη του ναού, αλλά το τοποθέτησαν φανερά και για τους Τούρκους στη θέση του Μητροπολιτικού ναού, που βρίσκεται σήμερα και αποτελεί, όπως λέγει και το απολυτίκιο του αγίου, «θησαυρόν τιμαλφή» για τον τόπο μας.
Σαν πολιούχος ο άγιος Θεόδωρος προστάτεψε το νησί μας και κατά τον τελευταίο πόλεμο του 1940, που ενώ οι Ιταλοί βομβάρδιζαν διαφόρους στόχους, όπως τον ασύρματο της πόλεως, που ήταν στη Νεάπολη, τα εργοστάσια Σουρλάγκα στον κόλπο της Γέρας, στο λιμάνι το πλοίο «Αρντένα», καμιά βόμβα δεν πέτυχε το στόχο της και πολλές απ’ αυτές βυθίστηκαν στο έδαφος χωρίς να εκραγούν.
Σε ανάμνηση του θαύματος της διασώσεως του πληθυσμού της πόλεως από την πανώλη, από το έτος 1936, με πρωτοβουλία του Μητροπολίτη Μυτιλήνης Ιακώβου του από Δυρραχίου, καθιερώθηκε νέα γιορτή στη Μυτιλήνη την Δ' Κυριακή από το Πάσχα, κατά την οποία γίνεται με μεγάλη λαμπρότητα και με συμμετοχή χιλιάδων λαού η λιτάνευση του σεπτού λειψάνου του Αγίου.
Εορτάζει στις 17 Φεβρουαρίου εκάστου έτους.


Ἀπολυτίκιον  
Το πάντιμον λείψανον του Θεοδώρου, πιστοί, ενδόξως τιμήσωμεν ως θησαυρών τιμαλφή, και πάντες βοήσωμεν, Σώσον εκ των κινδύνων τους πιστώς σε υμνούντας, ως πότε σύ ερρύσω εκ πανώλους την πόλιν και πάντας περιφρούρησον ταις ικεσίαις σου.